ξεφιτιλίζω

ξεφιτιλίζω
τραβώ προς τα έξω και καθαρίζω το φιτίλι τού λυχναριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. ξ(ε)-* + φιτίλι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ξεφιτίλισμα — το [ξεφιτιλίζω] το καθάρισμα τού φιτιλιού τού λυχναριού …   Dictionary of Greek

  • προβύω — Α 1. ωθώ κάτι προς τα έξω 2. φρ. «προβύω λύχνον» ωθώ προς τα έξω το φιτίλι τού λύχνου, ξεφιτιλίζω 3. μτφ. (στην κωμωδία) λεγόταν για εκείνους που επιδιώκουν και προκαλούν τη γελοιοποίηση προσώπων αλλά και πραγμάτων («προβύειν φορτικὸν γέλωτα»,… …   Dictionary of Greek

  • ξεφτιλίζω — ξεφτίλισα, και ξεφιτιλίζω ξεφιτίλισα 1. καθαρίζω το φιτίλι, τη θρυαλλίδα του λυχναριού: Σαν κάποιον να ξεφτίλιζε, ν άναβε το καντήλι (Βαλαωρίτης). 2. ξύνω, πειράζω: Μην ξεφιτιλίζεις το σπυρί …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”